Κατα τη διάρκεια της ψυχαναλυτικής αγωγής ονομάζεται αντίσταση οτιδήποτε, μέσα στις πράξεις και τους λόγους του αναλυόμενου, αντιτίθεται στην πρόσβαση στο ασυνείδητο του. Κατ επέκταση, μιλούμε για αντίσταση στην ψυχανάλυση ορίζοντας ετσι μια αρνητική στάση προς τις ανακαλύψεις του αναλυόμενου, στον βαθμό που αυτες αποκάλυπταν τις ασυνείδητες επιθυμίες του και του επέβαλλαν μια «ψυχολογική ταπείνωση».
Πρόκειται για φαινόμενο που παρατηρείται σε κάθε ανάλυση, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, και σε διάφορες περιόδους. Ουσιαστικά η αντίσταση ειναι ενα εμπόδιο προς την πορεία της εξήγησης των συμπτωμάτων. Συνιστά στοιχείο που εμποδίζει την θεραπευτική δουλειά. Η αμυνα ασκείται απο το Εγώ και εχει τη μορφή της απώθησης, της αντίστασης στην μεταβίβαση, του δευτερογενούς οφέλους της αρρώστιας, του Υπερεγω με τους αυστηρούς κανόνες και του ασυνείδητου το οποιο προσπαθεί να ανοίξει δρόμο για να έρθει στην επιφάνεια.