Τα νήπια και τα παιδιά προσχολικής ηλικίας είναι φυσιολογικό να παρουσιάζουν κάποιου βαθμού άγχος σε περιπτώσεις πραγματικού ή ενδεχόμενου αποχωρισμού από άτομα στα οποία είναι προσκολλημένα. Το άγχος αποχωρισμού διαγιγνώσκεται μόνο οταν ο φόβος του αποχωρισμού αποτελεί το επίκεντρο του άγχους και οταν αυτό το άγχος εκδηλωθεί κατα τα πρώτα έτη της ζωής.
Εξάλλου διαφοροποιείται απο το φυσιολογικό άγχος αποχωρισμού οταν εκδηλώνεται με στατιστικώς ασυνήθη βαρύτητα (περιλαμβανομένης της μη φυσιολογικής εμμονής πέραν της συνήθους ηλικίας) και οταν σχετίζεται με σημαντικά προβλήματα κοινωνικής λειτουργικότητας. Το άγχος αποχωρισμού μπορεί να συνεχίσει να εκδηλώνεται στην εφηβεία και την ενήλικη ζωή διότι εχει να εκφράσει πολύ σημαντικές και κατα βάσιν ουσιαστικές πλευρές του εαυτού ο οποίος εχει πληγεί από την απώλεια της προσκόλλησης οταν την χρειαζόταν.