Κατανόηση της διαταραχής της επιθυμίας
Η διαταραχή της επιθυμίας περιλαμβάνει ένα φάσμα ψυχολογικών καταστάσεων που εμποδίζουν τη σεξουαλική όρεξη και ανταπόκριση, θέτοντας προκλήσεις όχι μόνο για την ατομική υγεία αλλά και για τον ιστό των ανθρώπινων σχέσεων. Ως ψυχολόγοι, αναγνωρίζουμε τον βαθύ αντίκτυπο που έχουν οι διαταραχές αυτές στη συναισθηματική οικειότητα και στην ποιότητα ζωής των ατόμων που πάσχουν.
Η προσέγγισή μας για την κατανόηση και τη θεραπεία των διαταραχών της επιθυμίας βασίζεται σε μια ολοκληρωμένη εκτίμηση των υποκείμενων αιτιών τους, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν βιολογικούς παράγοντες, παρελθοντικά τραύματα και δυναμικές σχέσεις.
Για να κατανοήσουμε με ακρίβεια τη διαταραχή της επιθυμίας, πρέπει να εμβαθύνουμε στην πολυπλοκότητα της ανθρώπινης σεξουαλικότητας και στους μυριάδες ψυχολογικούς παράγοντες που την επηρεάζουν.
Οι διαταραχές της επιθυμίας περιλαμβάνουν ένα φάσμα καταστάσεων όπου το άτομο βιώνει σημαντική μείωση ή απουσία σεξουαλικής επιθυμίας ή αποστροφή προς τη σεξουαλική επαφή. Οι διαταραχές αυτές μπορεί να έχουν βαθιές επιπτώσεις στις προσωπικές σχέσεις και τη συνολική ευημερία.
Οι ρίζες αυτών των καταστάσεων είναι συχνά πολύπλευρες και περιλαμβάνουν βιολογικά, ψυχολογικά και κοινωνικά στοιχεία. Οι ψυχολογικοί παράγοντες μπορεί να περιλαμβάνουν παλαιότερα τραύματα, άγχος και υποκείμενες καταστάσεις ψυχικής υγείας, ενώ οι βιολογικοί παράγοντες μπορεί να περιλαμβάνουν ορμονικές ανισορροπίες ή ορισμένα φάρμακα. Οι κοινωνικοί παράγοντες, όπως τα πολιτιστικά πρότυπα και οι προσωπικές εμπειρίες, διαδραματίζουν επίσης κρίσιμο ρόλο.
Η αποτελεσματική υποστήριξη των ατόμων με διαταραχές επιθυμίας απαιτεί μια συμπονετική κατανόηση αυτών των αλληλένδετων πτυχών. Οι ψυχοθεραπευτές στοχεύουν στη δημιουργία ενός ασφαλούς, μη επικριτικού περιβάλλοντος όπου οι πελάτες μπορούν να εξερευνήσουν τα συναισθήματα και τις εμπειρίες τους. Μέσω θεραπευτικών παρεμβάσεων, τα άτομα βοηθούνται στην αντιμετώπιση των υποκείμενων ζητημάτων που συμβάλλουν στις διαταραχές επιθυμίας τους, προωθώντας τη θεραπεία και τη βελτίωση της σεξουαλικής υγείας.
Γιατί συμβαίνει
Οι γυναίκες ποτέ δεν κάνουν σχέση για το σεξ. Μπορούν να κάνουν περιστασιακό σεξ αλλά εκεί δεν επιθυμούν σχέση. Κυρίως ψάχνουν την αγάπη και χρησιμοποιούν και το σεξ για να επιβεβαιώσουν ότι τις αγαπούν. Οι άντρες πάλι κάνουν σχέση για το σεξ και σιγά σιγά μαθαίνουν ότι μπορούν να πάρουν απόλαυση και από τη σχέση. Αυτά είναι βαθιά χαραγμένες βιολογικές και ψυχολογικέςσυνθήκες από την απαρχή του κόσμου. Παλαιότερα στην ιστορία της ανθρωπότητας οι γυναίκες έκαναν σεξ μόνο για να κάνουν παιδιά. Λειτουργούσαν όπως και όλα τα υπόλοιπα θηλαστικά που κάνουν σεξ για την αναπαραγωγή. Με τον καιρό μέσα στις χιλιετίες έμαθαν να το απολαμβάνουν αφού οι άντρες τις υποχρέωναν σε σεξουαλική συνεύρεση και μάλιστα με τη βία όταν εκείνες δεν ήθελαν.
Σήμερα στον πολιτισμένο κόσμο αυτός ο εξαναγκασμός από την πλευρά του άντρα έχει περάσει στη σφαίρα του φαντασιακού και έχει υποκατασταθεί από την παρέα, την φιλία και την κοινωνική συναναστροφή μέσα από τις οποίες δραστηριότητες δημιουργούνται γνωριμίες οι οποίες κάποτε οδηγούν σε δημιουργία ερωτικών σχέσεων. Έχει δηλαδή αναβληθεί κατά πολύ η επιθυμία του άντρα. Έχει ματαιωθεί. Οι γυναίκες δεν έχουν να αντιμετωπίσουν ιδιαίτερα προβλήματα σε σχέση με αυτή την διαδικασία γιατί δεν λειτουργούν με βάση την σεξουαλικότητα αλλά με βάση την ανάγκη τους για αγάπη. Οι άντρες όμως ματαιώνονται και ψάχνουν τρόπους να “ρίξουν” μια γυναίκα όταν την επιθυμούν αφού δεν επιτρέπεται πλέον να την “ρίξουν” με τον αρχέγονο τρόπο χρησιμοποιώντας την μυϊκή τους δύναμη.
Ο πολιτισμός έχει βάλει κανόνες εδώ για να προστατέψει τις διαμάχες μεταξύ των αντρών: δεν επιτρέπεται να επιθυμήσεις την γυναίκα του διπλανού, ου μοιχεύσεις, κτλ. Αποτρέπει με αυτό τον τρόπο τις επιθέσεις και τους σκοτωμούς. Από την άλλη προστατεύει την οικογένεια με την νομική δέσμευση και τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει κανείς με το γάμο. Αυτά είναι προστατευτικά πλέγματα που έχουν δημιουργηθεί για να ζουν οι άνθρωποι πιο αρμονικά μέσα στις κοινωνίες. Από την άλλη έχει καταπιέσει την σεξουαλική έκφραση.Αυτή η καταπίεση δημιουργεί διάφορα προβλήματα που πρέπει να τα λύσουμε μέσα στον πολιτισμό. Τί προβλήματα; Υποχρεώνεται κανείς να δει την σεξουαλική του ορμή μέσα σε μία σχέση. Θυμάμαι πρόσφατα σε μια συνεδρία με έναν νεαρό άντρα να μου λέει αυθόρμητα: “παω με διάφορες γυναίκες αλλά δεν μένω γιατί αυτές μετά από λίγο αγαπούν και δεν το αντέχω αυτό”.
Αυτός ο άντρας δεν μπορεί να κάνει σχέσεις. Είναι και φυσιολογικό να θέλει να πάει με πολλές γυναίκες γιατί πίσω υπάρχει άγχος διαιώνισης. Η γυναίκα θέλει να κάνει παιδιά γιατί έχει την δυνατότητα αυτή. Ο άντρας πως θα βολευτεί στο θέμα της διαιώνισης; Ποτέ δεν είναι σίγουρος ότι τα παιδιά είναι δικά του οπότε πάει με πολλές για να αφήσει το στίγμα του. Να σιγουρευτεί ότι κάτι θα αφήσει πίσω.
Είναι λοιπόν και φυσιολογικό να θες να πας με πολλές γυναίκες αλλά είναι επίσης φυσιολογικό να έχεις την ικανότητα να κάνεις μία σχέση στην οποία θα επιτρέψεις στον εαυτό σου να επικοινωνήσει βαθύτερα, να μοιραστείς τον εαυτό σου, να δώσεις αγάπη, να ζήσεις μαζί. Αυτό δεν είναι στη φύση του άντρα αλλά προέρχεται σαν ανάγκη από το γεγονός ότι η μοναχική ζωή δεν είναι τόσο εύκολη.
Οι γυναίκες είναι πιο πολύπλοκες επειδή ξέρουν να αγαπούν και τη μαμά και το μπαμπά μετά. Είναι πιο ολοκληρωμένες ψυχοσυναισθηματικά. Αλλά δεν είναι εύκολο να βρουν αυτόν που θα τις αγαπήσει πραγματικά. Πρέπει να έχουν αγαπηθεί πρωτίστως και δεύτερον πρέπει να βρουν και κάποιον που μπορεί να τις αγαπήσει.
Βιολογικές ρίζες της επιθυμίας
Οι ορμονικές διακυμάνσεις παίζουν καθοριστικό ρόλο στη βιολογική βάση των διαταραχών της σεξουαλικής επιθυμίας. Τα οιστρογόνα και η τεστοστερόνη, ειδικότερα, έχουν βαθιά επίδραση στη λίμπιντο, με τις ανισορροπίες να οδηγούν συχνά σε μειωμένη σεξουαλική ορμή ή αποστροφή.
Στις γυναίκες, τα επίπεδα οιστρογόνων μπορούν να επηρεάσουν την υγεία και τη λίπανση του κόλπου, επηρεάζοντας έτσι την άνεση και την επιθυμία κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής δραστηριότητας. Η εμμηνόπαυση, με τη σχετική μείωση των οιστρογόνων, μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη λίμπιντο και σε πρόσθετες προκλήσεις που μπορεί να απαιτούν προσεκτική παρέμβαση και φροντίδα.
Για τους άνδρες, η χαμηλή τεστοστερόνη συνδέεται συνήθως με την έλλειψη σεξουαλικής επιθυμίας και μπορεί επίσης να επηρεάσει τη στυτική λειτουργία, συμβάλλοντας στο άγχος και τις δυσκολίες στις σχέσεις.
Η λειτουργία του θυρεοειδούς, μια άλλη βιολογική πτυχή, έχει επιπτώσεις στη σεξουαλική υγεία. Τόσο ο υπερθυρεοειδισμός όσο και ο υποθυρεοειδισμός μπορούν να διαταράξουν τη φυσιολογική σεξουαλική λειτουργία, καθιστώντας αναγκαία μια ολιστική προσέγγιση της θεραπείας που λαμβάνει υπόψη ολόκληρο το ενδοκρινικό σύστημα.
Το Οιδιπόδειο και ο ρόλος του στις σχέσεις
Από την άλλη πλευρά υπάρχει η Οιδιποδειακή προβληματική. Τί είναι αυτό; Οιδιπόδειο σύμπλεγμα καλούμε την αγάπη που αναπτύσσεται στο κορίτσι για τον πατέρα της και στο αγόρι για την μητέρα του. Αυτό φέρνει ανταγωνισμό μεταξύ των γυναικών και μεταξύ των αντρών. Στο τέλος η λύση είναι να ταυτιστεί το κορίτσι με τη μητέρα της και να απωθήσει την αγάπη για τον πατέρα της (η αηδία θα αντικαταστήσει αυτή την αγάπη) και να ταυτιστεί το αγόρι με τον πατέρα του και να απωθήσει την αγάπη για την μητέρα του (πάλι η αηδία θα αντικαταστήσει αυτή την αγάπη). Το οιδιπόδειο συμβαίνει από τα δυόμισι μέχρι τα έξι. Εκεί είναι η μεγάλη ένταση των αισθημάτων.
Εκεί γίνονται διάφορα: σαν αγόρι μισείς τον πατέρα σου που σου παίρνει τη μητέρα και έτσι γίνεται αντίζηλός σου (αργότερα όλοι οι άντρες) αλλά μισείς και τη μητέρα σου που ενώ σε θαυμάζει και σε αγαπάει, στο τέλος της ημέρας κλείνεται με τον πατέρα σου στο δωμάτιό τους οι δυό τους. Εκεί ξεχειλίζει η ζήλεια και προσπαθεί κανείς να μπεί ανάμεσα στο ζευγάρι πηγαίνοντας στο γονεϊκό κρεβάτι και δεν πρέπει οι γονείς να το επιτρέπουν. Σε εκείνο το διάστημα ο φόβος του αγοριού για τον πατέρα του είναι πολύ μεγάλος γιατί ο πατέρας είναι μεγαλύτερος, δυνατότερος, εξυπνότερος, σαν θεός. Οπότε δεν τα βάζεις μαζί του. Φοβάσαι ότι θα σε ευνουχίσει, θα σε σκοτώσει. Οπότε οι πατεράδες θα πρέπει σε εκείνο το διάστημα να φροντίζουν να μην είναι υπερβολικοί, να μην φοβίζουν το αγόρι. Ο φόβος αυτός στην ενήλικη ζωή μετατρέπεται σε δυσκολία να κάνεις σεξ. Δεν έχεις καλή στύση, ενώ επιθυμείς την γυναίκα δεν μπορείς να κάνεις σεξ, αν φοβάσαι τον πατέρα σου τόσο πολύ μέσα σου μπορεί να του παραδοθείς και να γίνεις ομοφυλόφιλος, ή μπορεί να θέλεις τις γυναίκες αλλά να θέλεις να λειτουργήσεις και σαν γυναίκα.
Αυτό γίνεται γιατί λες: αντί να με σκοτώσει, θα του δοθώ και έτσι θα γλιτώσω τη ζωή μου. Στα κορίτσια συμβαίνει να φοβούνται ότι η μητέρα τους θα τα παρατήσει, θα σταματήσει να τις αγαπάει γιατί διεκδικούν με μανία τον πατέρα τους. Θέλουν να κάνουν παιδιά μαζί του, να γίνουν η γυναίκα τους, να ζήσουν μαζί με το μπαμπά όπως ακριβώς ζει και η μητέρα τους. Οπότε δεν αφήνουν τον εαυτό τους να δοθεί, αρνούνται στον εαυτό τους τον οργασμό επειδή αν τον αφήσουν θα προδωθούν ότι επιθυμούν τον πατέρα και θα χάσουν την σημαντική αγάπη της μητέρας.
Το Ασυνείδητο Πλαίσιο
Οι επιθυμίες αυτές είναι φυσιολογικές, υπάρχουν σε όλους τους ανθρώπους και τις απωθούμε στο πίσω μέρος του ψυχισμού. Σε ένα χώρο που δεν τις βλέπουμε. Στο ασυνείδητο. Εκεί μένουν για λίγο και θεωρούμε ότι τις σκοτώσαμε. Οι επιθυμίες όμως αυτές δεν πεθαίνουν. Παραμένουν ζωντανές, μένουν ενεργές. Και εκδηλώνονται όταν επαναλαμβάνουμε τη ζωή μας μέσα από τις ερωτικές σχέσεις.
Εκεί βγαίνουν και πάλι έντονα όλα τα απωθημένα αισθήματα όπως τα ζούσαμε στην παιδική μας ζωή. Όσο παραμένουν ασυνείδητες αυτές οι επιθυμίες μαζί τις απαγορεύσεις και τους φόβους που τις πλαισιώνουν, τόσο θα επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά δημιουργώντας διαταραχές στην επιθυμία, στην λειτουργικότητα, στην ικανότητα της ευχαρίστησης. Ας έχουμε υπόψιν ότι αντίστοιχα με τις ψυχοσωματικές διαταραχές συμβαίνουν καί οι ψυχοσεξουαλικές διαταραχές.
Καί πάλι ένα συμβολικό περιεχόμενο μετατρέπεται η μετατίθεται σε ανηδονία, απώλεια στύσης, ανημπόρια οργασμού – ευχαρίστησης, παραφιλια, διαταραχη σεξουαλικης διεγερσης, κτλ. Είναι οιδιποδειακής αιτιολογίας δηλαδή φόβου επίθεσης ή εγκατάλειψης από τον γονέα του ίδιου φύλου.
Κοινωνικός αντίκτυπος στη σεξουαλικότητα
Κάθε κοινωνία επιβάλλει το δικό της μοναδικό σύνολο κανόνων και προσδοκιών που διαμορφώνουν βαθιά τις ατομικές σεξουαλικές συμπεριφορές και επιθυμίες. Αυτά τα κοινωνικά πλαίσια συχνά υπαγορεύουν τι θεωρείται αποδεκτό ή ταμπού, επηρεάζοντας τον τρόπο με τον οποίο τα άτομα βιώνουν και εκφράζουν τη σεξουαλικότητά τους.
Οι κοινωνικοί κανόνες μπορούν μερικές φορές να οδηγήσουν σε εσωτερικές συγκρούσεις όταν συγκρούονται με τις φυσικές κλίσεις του ατόμου, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται διαταραχές της σεξουαλικής επιθυμίας. Αυτές οι διαταραχές μπορεί να εκδηλωθούν ως μειωμένη λίμπιντο ή αποστροφή προς τη σεξουαλική δραστηριότητα, η οποία με τη σειρά της μπορεί να προκαλέσει σημαντική δυσφορία και να επηρεάσει τις διαπροσωπικές σχέσεις.
Επιπλέον, η διάχυτη επιρροή των μέσων ενημέρωσης και της τεχνολογίας έχει αναδιαμορφώσει τα σεξουαλικά πρότυπα και τις προσδοκίες, θέτοντας μερικές φορές μη ρεαλιστικά πρότυπα που τα άτομα αισθάνονται πιεσμένα να τηρήσουν.
Η εξέλιξη των σχέσεων
Πρέπει να εξετάσουμε πώς η δυναμική των σχέσεων έχει μεταμορφωθεί με την πάροδο του χρόνου, ιδίως στο πλαίσιο της σεξουαλικής επιθυμίας και των διαταραχών της. Ιστορικά, οι ρόλοι και οι προσδοκίες στις σχέσεις υπαγορεύονταν σε μεγάλο βαθμό από τους κοινωνικούς κανόνες και τις βιολογικές επιταγές. Καθώς η κοινωνία έχει προοδεύσει, το παραδοσιακό παράδειγμα των σχέσεων για καθαρά αναπαραγωγικούς σκοπούς έχει εξελιχθεί σε ένα σύνθετο μωσαϊκό συναισθηματικής, ψυχολογικής και σεξουαλικής εκπλήρωσης.
Στη σύγχρονη εποχή, η αναγνώριση και η κατανόηση των διαταραχών της σεξουαλικής επιθυμίας έχουν καταστεί ουσιώδεις για την αντιμετώπιση της ευημερίας των ατόμων εντός των σχέσεων. Αυτή η εξέλιξη σηματοδοτεί μια στροφή προς την ενσυναισθητική συντροφικότητα, όπου η έμφαση δίνεται στην καλλιέργεια δεσμών που είναι τόσο σωματικά όσο και συναισθηματικά ικανοποιητικές. Η αναγνώριση αυτών των διαταραχών έχει επίσης οδηγήσει σε μια πιο διαφοροποιημένη προσέγγιση της θεραπείας και της υποστήριξης, ενθαρρύνοντας τα άτομα να διερευνήσουν και να επικοινωνήσουν ανοιχτά τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους.
Οι επαγγελματίες στον τομέα της ψυχολογίας και της συμβουλευτικής διαδραματίζουν πλέον καθοριστικό ρόλο στην παροχή βοήθειας σε άτομα και ζευγάρια για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που προκύπτουν από τις αναντιστοιχίες στην επιθυμία, διασφαλίζοντας ότι οι σχέσεις μπορούν να ευδοκιμήσουν με τρόπο που σέβεται και προσαρμόζεται στην πολύπλοκη φύση της ανθρώπινης σεξουαλικότητας. Η εξέλιξη των σχέσεων, επομένως, περιλαμβάνει όχι μόνο τις μεταβαλλόμενες δυναμικές μεταξύ των συντρόφων αλλά και μια βαθύτερη κατανόηση και συμπόνια για το ποικίλο φάσμα της ανθρώπινης επιθυμίας.
Άνδρες, γυναίκες και διαφορές φύλου
Η πολυπλοκότητα της ανθρώπινης σεξουαλικότητας αποκαλύπτει έντονες διαφορές στον τρόπο με τον οποίο οι άνδρες και οι γυναίκες βιώνουν και εκφράζουν τη σεξουαλική επιθυμία, διαμορφώνοντας τις ποικίλες παρουσιάσεις των διαταραχών της επιθυμίας. Αυτές οι διακρίσεις έχουν συχνά τις ρίζες τους σε έναν συνδυασμό βιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικοπολιτισμικών παραγόντων.
Κλινικά, παρατηρείται ότι οι άνδρες μπορεί να παρουσιάζουν διαταραχές επιθυμίας που ευθυγραμμίζονται με τις στερεοτυπικές αντιλήψεις για την ανδρική σεξουαλικότητα, όπως η επίμονη επιδίωξη σεξουαλικής απελευθέρωσης. Οι γυναίκες, αντίθετα, μπορεί να εμφανίζουν διαταραχές επιθυμίας που αντανακλούν μια σύνθετη αλληλεπίδραση μεταξύ συναισθηματικής οικειότητας και σεξουαλικής έκφρασης.
Η διαφοροποιημένη φύση αυτών των διαταραχών απαιτεί βαθιά κατανόηση των ειδικών για το φύλο εμπειριών και προσδοκιών γύρω από τη σεξουαλικότητα. Οι θεραπευτικές προσεγγίσεις πρέπει να είναι ευέλικτες και ευαίσθητες στις μοναδικές συνθήκες κάθε ατόμου, αναγνωρίζοντας ότι οι δρόμοι για την αποκατάσταση της υγιούς σεξουαλικής επιθυμίας μπορεί να διαφέρουν σημαντικά μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Απογοήτευση και ανδρική σεξουαλικότητα
Η απογοήτευση στην ανδρική σεξουαλικότητα εκδηλώνεται συχνά ως σύγκρουση μεταξύ των κοινωνικών προσδοκιών και των έμφυτων βιολογικών παρορμήσεων. Αυτή η διχογνωμία μπορεί να οδηγήσει σε μια βαθιά αίσθηση δυσαρέσκειας και αποσύνδεσης, καθώς οι άνδρες περιηγούνται στο πολύπλοκο έδαφος των σύγχρονων σεξουαλικών κανόνων.
Από τη μία πλευρά, υπάρχει μια φυσική τάση για σεξουαλική έκφραση και ποικιλομορφία, βαθιά ριζωμένη στη βιολογική επιταγή για αναπαραγωγή. Από την άλλη πλευρά, οι πολιτισμικές κατασκευές απαιτούν πίστη, συναισθηματικό βάθος και συχνά την καταστολή αυτής της ίδιας της ορμής.
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι άνδρες για να συμβιβάσουν αυτές τις δυνάμεις μπορεί να οδηγήσουν σε σεξουαλική δυσλειτουργία, μειωμένη λίμπιντο ή αποφυγή της οικειότητας. Αυτά τα συμπτώματα δεν είναι απλές ενοχλήσεις, αλλά είναι ενδεικτικά βαθύτερων ψυχολογικών αγώνων.
Η υποστήριξη των ανδρών στην έκφραση της σεξουαλικότητάς τους με υγιείς, συναινετικούς τρόπους και με σεβασμό στα κοινωνικά όρια είναι απαραίτητη. Μέσω της συμβουλευτικής και της εκπαίδευσης, μπορούμε να βοηθήσουμε στην ανακούφιση της απογοήτευσης που προκύπτει από αυτές τις αντικρουόμενες πιέσεις, προωθώντας έτσι μια ισορροπημένη και ικανοποιητική σεξουαλική ζωή.
Επιρροές της παιδικής ηλικίας στη σεξουαλικότητα
Πολυάριθμες μελέτες έχουν καταδείξει ότι οι εμπειρίες της πρώιμης παιδικής ηλικίας διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της σεξουαλικής ανάπτυξης και λειτουργίας του ατόμου. Σε αυτά τα διαμορφωτικά χρόνια διαμορφώνονται συχνά θεμελιώδεις πτυχές της σεξουαλικής ταυτότητας και των προτιμήσεων μέσω μιας σύνθετης αλληλεπίδρασης βιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων.
Οι γονεϊκές στάσεις απέναντι στη σεξουαλικότητα, καθώς και οι παρατηρήσεις του παιδιού στις γονεϊκές αλληλεπιδράσεις, συμβάλλουν σημαντικά στο αναδυόμενο σεξουαλικό σχήμα του. Η υποστηρικτική, ανοιχτή επικοινωνία για το σεξ και τις σχέσεις μπορεί να οδηγήσει σε υγιέστερες σεξουαλικές στάσεις στην ενήλικη ζωή. Αντίθετα, η παρακολούθηση δυσλειτουργικών σχέσεων ή η βίωση παραμέλησης, τραύματος ή κακοποίησης μπορεί να έχει μόνιμες αρνητικές επιπτώσεις στη σεξουαλική επιθυμία και λειτουργία.
Η ενσυναίσθηση και η μη επικριτική στάση είναι απαραίτητες για τη διερεύνηση αυτών των ευαίσθητων περιοχών του ιστορικού ενός ατόμου. Η σε βάθος κατανόηση αυτών των πρώιμων επιρροών επιτρέπει μια πιο ολιστική προσέγγιση της θεραπείας, επιδιώκοντας όχι μόνο την ανακούφιση των συμπτωμάτων αλλά και την αντιμετώπιση των υποκείμενων αιτιών που έχουν τις ρίζες τους στο αναπτυξιακό ιστορικό του ατόμου.
Το ασυνείδητο και η επιθυμία
Το ασυνείδητο κρύβει καταπιεσμένες εμπειρίες και ανεπίλυτες συγκρούσεις από τα πρώιμα αναπτυξιακά στάδια, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν βαθιά την ικανότητα του ατόμου για επιθυμία και σεξουαλική έκφραση στην ενήλικη ζωή.
Το ασυνείδητο δεν είναι απλώς μια αποθήκη καταπιεσμένων σκέψεων, αλλά και μια πηγή ισχυρών επιθυμιών που έχουν υποχωρήσει ή τροποποιηθεί από τους κοινωνικούς κανόνες και την προσωπική ανατροφή. Μέσα στο θεραπευτικό πλαίσιο, η αντιμετώπιση αυτών των ασυνείδητων επιθυμιών -και των αγωνιών με τις οποίες μπορεί να είναι μπλεγμένες- μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο ολοκληρωμένη κατανόηση του εαυτού και σε μια βελτιωμένη ικανότητα να δημιουργούνται ουσιαστικές συνδέσεις με τους άλλους.
Επανάληψη παρελθοντικών συναισθημάτων
Μέσα από τον φακό της ψυχαναλυτικής θεωρίας, γίνεται φανερό ότι τα άτομα συχνά αναπαράγουν ασυνείδητα ισχυρά συναισθήματα από το παρελθόν τους, τα οποία μπορεί να εκδηλωθούν ως επαναλαμβανόμενα μοτίβα στις ενήλικες σχέσεις και επιθυμίες τους. Αυτό το φαινόμενο, βαθιά ριζωμένο στις πρώιμες αναπτυξιακές εμπειρίες, χρησιμεύει ως ικρίωμα πάνω στο οποίο δομούνται οι τρέχουσες συναισθηματικές και διαπροσωπικές δυναμικές.
Η επανάληψη των συναισθημάτων του παρελθόντος μπορεί να παρατηρηθεί στην κυκλική φύση των σχεσιακών συναντήσεων ενός ατόμου, όπου τα σενάρια των περασμένων ημερών ακολουθούνται άθελά τους, οδηγώντας σε μια αίσθηση déjà vu στις αλληλεπιδράσεις και τις επιθυμίες του.
Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις στοχεύουν έτσι στο να φέρουν αυτά τα ασυνείδητα σενάρια στο προσκήνιο, να εξεταστούν, να κατανοηθούν και τελικά να ξαναγραφούν. Με τον τρόπο αυτό, παρέχεται στα άτομα η ευκαιρία να απελευθερωθούν από τα δεσμά της ιστορίας τους, επιτρέποντας υγιέστερες και πιο ικανοποιητικές σχέσεις με τον εαυτό τους και τους άλλους.
Συμπτώματα ψυχοσεξουαλικής διαταραχής
Τα συμπτώματα των ψυχοσεξουαλικών διαταραχών συχνά εκδηλώνονται ως επίμονες δυσκολίες στη σεξουαλική ανταπόκριση, τη διέγερση ή τον πόνο κατά τη συνουσία. Αυτές οι προκλήσεις μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά την ποιότητα ζωής ενός ατόμου και είναι σημαντικό να αντιμετωπιστούν με συμπόνια.
Τα άτομα μπορεί να βιώνουν έλλειψη σεξουαλικής επιθυμίας ή αποστροφή προς τη σεξουαλική επαφή, γεγονός που μπορεί να δημιουργήσει άγχος και ένταση στις σχέσεις. Τα συμπτώματα μπορεί επίσης να περιλαμβάνουν την ανικανότητα επίτευξης οργασμού ή την παρουσία μη εκούσιας σεξουαλικής διέγερσης που μπορεί να εμφανιστεί χωρίς καμία επιθυμία γι’ αυτήν.
Οι ψυχοσεξουαλικές διαταραχές μπορεί να συνεπάγονται σωματική δυσφορία, όπως ο κολπικισμός στις γυναίκες, όπου οι ακούσιοι μυϊκοί σπασμοί εμποδίζουν την κολπική διείσδυση, ή η στυτική δυσλειτουργία στους άνδρες, όπου η διατήρηση της στύσης είναι ένα επαναλαμβανόμενο πρόβλημα. Ο ψυχολογικός αντίκτυπος αυτών των συμπτωμάτων μπορεί να οδηγήσει σε αισθήματα ντροπής, ενοχής ή άγχους για τις σεξουαλικές επαφές, επιδεινώνοντας περαιτέρω το πρόβλημα.
Η αποτελεσματική υποστήριξη περιλαμβάνει όχι μόνο την αναγνώριση των κλινικών πτυχών αυτών των καταστάσεων, αλλά και την παροχή ενός ασφαλούς χώρου για τα άτομα να εξερευνήσουν και να αντιμετωπίσουν τους υποκείμενους συναισθηματικούς παράγοντες που συμβάλλουν στις σεξουαλικές τους προκλήσεις.
Συναισθηματικές αιτίες δυσλειτουργίας
Πολλοί συναισθηματικοί παράγοντες συμβάλλουν στην εκδήλωση ψυχοσεξουαλικών διαταραχών, οι οποίες συχνά προέρχονται από άλυτες ψυχολογικές συγκρούσεις και βαθιά ριζωμένους φόβους. Τα συναισθηματικά αίτια της σεξουαλικής δυσλειτουργίας μπορεί να προκύψουν από μυριάδες πηγές, όπως το τραύμα του παρελθόντος, το άγχος και η εσωτερίκευση των αρνητικών κοινωνικών στάσεων απέναντι στο σεξ. Όταν τα άτομα υποθάλπουν συναισθηματική αναταραχή, αυτή μπορεί να εκδηλωθεί σωματικά, εμποδίζοντας την ικανότητά τους να βιώσουν σεξουαλική επιθυμία ή ικανοποίηση.
Σε περιπτώσεις όπου τα άτομα παλεύουν με την ψυχοσεξουαλική τους ευημερία, δεν είναι ασυνήθιστο να αποκαλύπτεται ένα ιστορικό συναισθηματικής παραμέλησης ή κακοποίησης, το οποίο μπορεί να αλλάξει ριζικά τη σχέση του ατόμου με την οικειότητα και τη σωματική εγγύτητα. Επιπλέον, το χρόνιο άγχος και η κατάθλιψη είναι ισχυροί παράγοντες που μπορούν να μειώσουν το σεξουαλικό ενδιαφέρον και να βλάψουν τη σεξουαλική λειτουργία, συμβάλλοντας σε έναν κύκλο δυσλειτουργίας και συναισθηματικής δυσφορίας.
Για όσους είναι αφοσιωμένοι στο να βοηθούν τους άλλους, η κατανόηση των συναισθηματικών βάσεων των σεξουαλικών διαταραχών είναι ζωτικής σημασίας. Επιτρέπει μια συμπονετική και ολοκληρωμένη προσέγγιση της θεραπείας, αναγνωρίζοντας ότι η πορεία προς την ανάρρωση συχνά περιλαμβάνει την αντιμετώπιση των ψυχολογικών πτυχών της διαταραχής όσο και των σωματικών συμπτωμάτων. Καλλιεργώντας ένα περιβάλλον ενσυναίσθησης και υποστήριξης, μπορούμε να βοηθήσουμε τα άτομα να περιηγηθούν σε αυτές τις βαθιά προσωπικές προκλήσεις και να διευκολύνουμε την επιστροφή σε υγιείς, ικανοποιητικές σεξουαλικές εμπειρίες.
Οι ενδείξεις και η θεραπεία
Όπως καί στις ψυχοσωματικές διαταραχές, έτσι κι εδώ και πάλι δεν υπάρχουν οργανικές ενδείξεις καί οι εξετάσεις είναι καθαρές. Όμως σε συναισθηματικά βαθύτερο επίπεδο υπάρχουν ασυνείδητες αιτίες οι οποίες εξυπηρετούν την συντήρηση του προβλήματος. Όταν εκείνες αναδυθούν θα ξεκινήσει καί η διαδικασία της θεραπευτικής αποκατάστασης. Η μόνη θεραπεια η οποία ενδύκνειται για τις ψυχοσεξουαλικές διαταραχές διότι ανακαλύπτει τις ρίζες των προβλημάτων και συνειδητοποιεί την απωθημένη αιτιολογία μαζί με την συναισθηματική της επένδυση, ειναι η ψυχοθεραπεια ψυχαναλυτικου τύπου.
Οι διαταραχες της σεξουαλικής επιθυμίας διαιρούνται σε δυο κατηγορίες
- διαταραχη υποτονικής σεξουαλικης επιθυμίας η οποια χαρακτηρίζεται απο ανεπαρκεια η απουσία σεξουαλικών φαντασιώσεων και επιθυμίας για σεξουαλικη δραστηριοτητα και
- διαταραχη σεξουαλικης αποστροφής η οποια χαρακτηρίζεται απο αποστροφή και αποφυγή της γενετησιας σεξουαλικης επαφής με ενα σεξουαλικο συντροφο.
Η πρωτη κατάσταση ειναι συνηθέστερη της δεύτερης και υπολογίζεται οτι το 20 % του συνολικου πληθυσμού εχει διαταραχη της υποτονικης σεξουαλικης επιθυμίας. Η ενόχληση ειναι συχνοτερη στις γυναικες απ´ότι στους άνδρες.
Συμπερασματικά
Εν κατακλείδι, η διαταραχή της επιθυμίας αποτελεί μια σημαντική ψυχολογική πρόκληση με βαθιά βιολογικά, ψυχολογικά και κοινωνικά υποκείμενα. Η αντιμετώπιση αυτής της πολύπλευρης κατάστασης απαιτεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που αναγνωρίζει την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης σεξουαλικότητας και την επίδραση της πρώιμης ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης.
Οι αποτελεσματικές θεραπευτικές στρατηγικές, ιδίως η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία, έχουν καθοριστική σημασία για την επίλυση των ασυνείδητων συγκρούσεων, ενισχύοντας έτσι την ικανότητα των ατόμων για οικειότητα και αποκαθιστώντας τη σεξουαλική υγεία.
Η περαιτέρω έρευνα και η διαφοροποιημένη κλινική πρακτική είναι απαραίτητες για την προώθηση της κατανόησης και της φροντίδας όσων πλήττονται από διαταραχές της επιθυμίας.
*Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου χωρίς την έγγραφη άδεια του συγγραφέα
Δείτε επίσης: Διαταραχή Διέγερσης
Η διαδικασία της ψυχοθεραπείας απαιτεί δέσμευση, αφοσίωση και απευθύνεται μόνο σε όσους βλέπουν σοβαρά οτι χρειάζεται να αλλάξουν τη ζωή τους. Αν σκέφτεστε να ξεκινήσετε αυτό το ταξίδι, καλέστε με στο 211 71 51 801 για να κλείσετε ένα ραντεβού και να δούμε μαζί πώς μπορώ να σας βοηθήσω.
Μιχάλης Πατεράκης
Ψυχολόγος Ψυχοθεραπευτής
University of Indianapolis University of Middlesex
Καρνεάδου 37, Κολωνάκι
Δέχομαι κατόπιν ραντεβού
Τηλ: 211 7151 801
www.psychotherapy.net.gr
www.mixalispaterakis.gr