Είναι συναίσθημα που δεν βγαίνει και μετατρέπεται σε απελπισία. Δυσθυμία, μελαγχολία και κατάθλιψη έχουν ουσιαστικά την ίδια ρίζα, απλώς έχουν διαφορετικό βαθμό έντασης. Πρόκειται δηλαδή για μία κατάσταση στην οποία το άτομο έχει μέσα του θυμό ο οποίος είναι ανέκφραστος. Κάθε ανέκφραστο στοιχείο στον ψυχισμό οπωσδήποτε θα βρει μία οδό εκτόνωσης. Εδώ πως γίνεται αυτή η εκτόνωση; Όπως και στην κατάθλιψη και στην μελαγχολία, ο θυμός καταπιέζεται επειδή υπάρχει ο φόβος ότι αν εκφραστεί θα σκοτώσει. Και πράγματι με τον θυμό μέσα μας σκοτώνουμε. Αν σκοτώσουμε τον σημαντικό άλλο, επειδή τον αγαπάμε επίσης, μεγαλώνει ο φόβος ότι θα πάθει κάτι και θα τον χάσουμε, ότι θα μας εγκαταλείψει, ότι δεν θα μας προστατέψει που έχει τη δύναμη, ότι θα μας αφήσει να πεθάνουμε. Κοιτάζουμε δηλαδή τον εαυτό μας. Δεν κοιτάζουμε τον άλλο. Ο εαυτός μας είναι που μας ενδιαφέρει. Που είναι και φυσιολογικό όχι μόνο όταν είμαστε μωρά και κάθε αντίδραση είναι αυτόματη από τον οργανισμό. Όταν ο εαυτός απειλείται, έρχεται η απελπισία. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να βρεί λύση μέσα του.