Όταν ένας αγαπημένος μας άνθρωπος πεθάνει θα χρειαστεί να τον πενθήσουμε. Δηλαδή να θυμώσουμε που μας άφησε, να θυμηθούμε τα όσα «κακά» καί «καλά» ζήσαμε μαζί του καί τελικά να κρατήσουμε όσα χρειαζόμαστε για να τον θάψουμε (δηλαδή να τον διατηρήσουμε). Αυτή η διεργασία παίρνει χρόνο μέσα μας για να ολοκληρωθεί.
Αν για κάποιους λόγους, αυτή η διεργασία σταματήσει η εμποδιστεί, τότε το πένθος παρατείνεται καί τελικά μετατρέπεται σε μελαγχολία. Αυτή η μελαγχολία περιέχει θλίψη καί πολύ αγώνα. Ο αγώνας γίνεται για να μπορέσει το πενθών άτομο να ξαναξεκινήσει την διεργασία του πένθους καί να την ολοκληρώσει.
Προβληματισμοι και ερωτήματα πένθους
Το πένθος είναι δύσκολο επειδή έχουμε βάλει μέσα μας (έχουμε ενδοβάλλει) κάποια χαρακτηριστικά του πεθαμένου αγαπημένου ατόμου, αλλά τώρα αυτό το άτομο έχει πεθάνει. Άραγε έχουν πεθάνει κι ότι έχουμε βάλει μέσα μας; Αν εμείς για κάποιον λόγο αισθανόμαστε ότι αυτό που έχουμε βάλει μέσα μας έχει πεθάνει ή κινδυνεύει να πεθάνει, τότε φοβόμαστε ότι θα πεθάνουμε κι εμείς, οπότε δυσκολευόμαστε να συνεχίσουμε την διεργασία του πένθους. Αυτός ο φόβος είναι σημαντικός γιατί συνδέεται με το αγαπημένο πρόσωπο. Αν δεν λυθεί τότε η μελαγχολία θα είναι παρατεταμένη. Η μελαγχολία είναι επίπονη διότι δημιουργεί συνεχή καί μεγάλη λύπη αλλά καί φόβο.
Για να ξεκινήσει η διεργασία του πένθους είναι καλό να μιλάμε καί να σκεφτόμαστε το αποθανών άτομο. Να το θυμόμαστε καί να μοιραζόμαστε με οικείους ανθρώπους αυτά που σκεφτόμαστε γι’αυτό. Έτσι απαλύνεται ο πόνος και μειώνονται οι φόβοι.
Τώρα, όταν το πένθος δεν περνά καί η μελαγχολία είναι τόσο μεγάλη, τότε καλό θα είναι το άτομο να επισκεφτεί έναν ειδικό ψυχικής υγείας έτσι ώστε να πάρει την απαραίτητη βοήθεια. Η μελαγχολία θεραπεύεται καί η σχέση συνεχίζεται.