Η προσεκτική κλινική ανάλυση των τελευταίων ετών μου έδειξε την σημαντικότητα των δραστηριοτήτων σωματικής άσκησης καί ειδικότερα των δραστηριοτήτων τρεξίματος – βαδίσματος στην ζωή κάποιων αναλυομένων. Φαίνεται ότι υπάρχει ένας ισχυρός δεσμός μεταξύ των δραστηριοτήτων άσκησης καί της ομοιοστασίας (μείωση έντασης καί διατήρηση ασφαλών επιπέδων διαθέσιμης λιβιδινικής ενέργειας) του ψυχικού οργάνου. Επίσης φαίνεται ότι σε αυτό τον τομέα δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ της ψυχωσικής καί την νευρωτικής οργάνωσης. Ο σκοπός αυτών των δραστηριοτήτων όσον αφορά στην χρήση καί στο νόημα είναι ο ίδιος αν καί τα επίπεδα ψυχικής ενέργειας υφίστανται ευαλωτότητα σε διαφορετικό βαθμό.
Οι δραστηριότητες βαδίσματος καί τρεξίματος έχουν εμφανή συσχετισμό με το μητρικό αντικείμενο καί τις προσπάθειες της μητρικής φιγούρας να μειώσει τις διάφορες εντάσεις του βρέφους. Στην ενήλικη ζωή, οι εν λόγω δραστηριότητες αποτελούν μία κατάσταση θετικής παλινδρόμησης σε βρεφικά στάδια καί ειδικότερα σε καταστάσεις όπου η λιβιδινική ενέργεια είναι επενδεδυμένη μέσα στο μητρικό περιβάλλον. Οι αναλυόμενοι χρησιμοποιούν το βάδισμα-τρέξιμο έχοντας τους παρακάτω στόχους:
Αυτά τα τέσσερα στοιχεία είναι σημαντικοί παράγοντες για την ψυχοσωματική ομοιοστασία. Πρόκειται για μια προσπάθεια του υποκειμένου να επικοινωνήσει με τον εξωτερικό κόσμο. Παρόλο που το τρέξιμο-βάδισμα αποτελούν πραγματικά στοιχεία αντίστασης στην επικοινωνία με τον έξω κόσμο, καθώς προχωράει η ανάλυση, αποδυκνείεται ότι αυτή η αντίσταση μπορεί να αντικατασταθεί ομαλά από την επιθυμία της επικοινωνίας. Η επιθυμία γεννιέται καί στηρίζεται ενεργά διαμέσου της θεραπευτικής σχέσης (συγκεκριμένα του mothering) η οποία λαμβάνει χώρα μεταξύ θεραπευτή καί αναλυόμενου. Όταν το mothering δεν αποτελεί απλώς μία σχέση συμβίωσης με μονόπλευρους σκοπούς αλλά αποτελεί μία πράξη νεοφερμένων παραμέτρων στην σχέση (καί από τις δύο πλευρές), τότε μπορεί να αρχίσει να μεταφράζεται σε ένα ανοιχτό παράθυρο στον κόσμο. Έναν κόσμο επικοινωνίας. Πρωτίστως βέβαια ο ασθενής εκφράζει με τη βοήθεια της θεραπευτικής σχέσης, οτιδήποτε σχετικό με τα καλά καί τα κακά αντικείμενα. Έτσι τα μνημονικά ίχνη ενεργοποιούνται καί φθάνουν στον προσυνειδητό χώρο. Έτσι ο ασθενής ξεκινά να διαχειρίζεται τα αντικείμενα με νέους τρόπους και η επικοινωνία αναπτύσσεται σταδιακά.
Στην ψυχαναλυτική σκέψη τα περισσότερα πράγματα βασίζονται σε ποσοτικές σχέσεις. Αυτό ισχύει καί στην περίπτωση της σωματικής άσκησης. Σε κάποιες περιπτώσεις όταν υπάρχουν αναπτυξιακά ελλείμματα (π.χ ελλείματα της αυτιστικής φάσης, διακινδίνευση της ομοιόστασης) στους πρώτους 4-6 μήνες ζωής, πιθανόν να υπάρχει περισσότερη χρήση των δραστηριοτήτων βαδίσματος-τρεξίματος. Οι τέσσερις προαναφερθέντες στόχοι ισχύουν καί εδώ. Το μόνο πράγμα το οποίο αλλάζει είναι ότι η χρήση του βαδίσματος-τρεξίματος μπορεί να είναι πολυπλοκότερη καί αλληλοσυμπληρούμενη με τις εκδηλώσεις των αναπτυξιακών ελλειμάτων. Επίσης η χρήση των δραστηριοτήτων αυτών έχει το νόημα της ζωτικότητας για τους αναλυόμενους –ειδικά όταν η σκέψη είναι μπερδεμένη. Η ζωτικότητα αυτή αφορά τις προσπάθειες διαχείρισης έντονων καί δύσκολων ψυχικών γεγονότων όπως π.χ ο θυμός προς τη μητρική φιγούρα, η ζήλεια ανάμεσα σε αδέρφια, ο ανταγωνισμός με την πατρική φιγούρα, κτλ.
Είναι πολλοί οι άνθρωποι οι οποίοι διαχειρίζονται την ψυχική τους ενέργεια διαμέσου των δραστηριοτήτων άσκησης. Στον δυτικό κόσμο μάλιστα έχει γίνει τρόπος επικοινωνίας. Η επαγγελματική αθλητική χρήση του βαδίσματος-τρεξίματος δεν διαφέρει σε τίποτε από αυτά που ήδη ειπώθηκαν. Πρόκειται πάντα για την εκδήλωση της διαχείρισης της λιβιδινικής ενέργειας καθώς καί για τον ασφαλή τρόπο εξόδου από την συμβιωτική τροχιά του βρέφους με την μητρική φιγούρα.